Η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί δεν είναι η προτεραιότητά του. Ούτε ενισχύει το ισλαμικό προφίλ του στο εσωτερικό της Τουρκίας ή στους ισλαμικούς πληθυσμούς άλλων χωρών. Ενδιαφέρεται να προσέλθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με ένα επί πλέον ατού. Το οποίο, υποχωρώντας, θα χρησιμοποιήσει για να αποκομίσει απτές ωφέλειες χωρίς εν τέλει να έχει δώσει τίποτα. Αυτή άλλωστε είναι η μακροχρόνια εξωτερική πολιτική των Τούρκων, τουλάχιστον απέναντι στη Χώρα μας. Η Αγιά Σοφιά δεν θα γίνει τζαμί.
Οι απειλές όμως του Ερντογάν για την Αγιά Σοφία δείχνουν πόσο επαρχιώτης, ανατολίτης και ημιμαθής είναι. Δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει τόσο ωμά και χυδαία ένα παγκόσμιο σύμβολο ανθρώπινου πολιτισμού. Η φθηνή και λαϊκίστικη ρητορεία του των τελευταίων ετών είναι μια επιβεβαίωση της οπισθοδρομικής πολιτικής του.
Σήμερα στο ελληνικό διαδίκτυο κυκλοφορούν διάφορες προτάσεις ανταποδοτικής πολιτικής απέναντι στην τουρκική προκλητικότητα. Θα μπορούσε το Ελληνικό Κράτος να περιορίσει δραστικά τη λειτουργία των μειονοτικών σχολείων της Θράκης τα οποία ξεπερνούν τα εκατό σε αριθμό, ενώ στην Κωνσταντινούπολη λειτουργούν 3 ελληνικά σχολεία με συντριπτική πλειοψηφία αραβόφωνων και όχι ελληνόφωνων μαθητών. Ωστόσο ακόμη και αυτή η ενέργεια θα έδειχνε ότι η Ελλάς εργαλειοποιεί πολιτικά ανθρώπινες ψυχές.
Η μόνη ουσιαστική, σοβαρή πολιτική ανταποδοτική κίνηση από ελληνικής πλευράς είναι η άμεση ανακήρυξη επέκτασης των ελληνικών χωρικών υδάτων στο Αιγαίο στα 12 ναυτικά μίλια, αδιαφορώντας για τις θρασύδειλες απειλές του Σουλτάνου. Μια ενέργεια ενός πραγματικού δημοκρατικού ευρωπαϊκού κράτους απολύτως σύμφωνης με το διεθνές δίκαιο. Και πρέπει να αποτελέσει προϋπόθεση για ένα διάλογο με την Τουρκία. Πρώτα θα δεχθεί η Τουρκία την επέκταση των 12 μιλίων, πρώτα θα δεχθεί το διεθνές δίκαιο και αν επιθυμεί στη συνέχεια διεξαγωγή διαλόγου, τότε μόνον.
Η Ελληνική Κυβέρνηση έχει την ευκαιρία, με την άφρονα κίνηση του Ερντογάν, να εγκαταλείψει την κωμική πολιτική «των αυστηρών μηνυμάτων» και να υπερασπιστεί στην πράξη και στην ουσία τα κυριαρχικά δικαιώματα της Χώρας μας. Βρίσκεται εξ’ άλλου σήμερα δημοσκοπικά στο υψηλότερο ποσοστό του εκλογικού σώματος.
Βεβαίως είναι ελάχιστες οι πιθανότητες να το πράξει καθώς και αυτή είναι υπέρμαχος της γνωστής «ειρηνικής και συνετούς» μεταπολιτευτικής πολιτικής αλλά όχι πως δεν είναι ευχή και επιθυμία του Ελληνικού Λαού.