του Γεωργίου Δουδούμη Οικονομολόγου-Συγγραφέα Η πρόσφατη ανακοίνωση της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) που αναφέρεται την πορεία του εμπορικού ισοζυγίου στο πρώτο εξάμηνο του 2014 καλό θα είναι να σημάνει συναγερμό πριν είναι αργά. Μετά το συμμάζεμα των τελευταίων ετών λόγω της οικονομικής κρίσης, που είχε ως συνέπεια τη μεγάλη μείωση του εμπορικού ελλείμματος κυρίως λόγω της μείωσης των εισαγωγών, στο πρώτο εξάμηνο του 2014 παρατηρείται μια τάση εκτροχιασμού, που θυμίζει τις «παλιές καλές εποχές» όταν η Ελλάς παρουσίαζε αναποτελεσματικότητα στις εξαγωγικές της προσπάθειες, πραγματοποιούσε όμως απερίσκεπτα εισαγωγές πέραν των δυνατοτήτων της και μάλιστα κυρίως καταναλωτικών αγαθών υψηλής ποιότητας και φυσικά αντίστοιχων τιμών. |
Τα πιο πάνω στατιστικά στοιχεία δημιουργούν υποψίες, ότι η κυβερνητική προσπάθεια να δημιουργήσει «ζωντάνια» στην αγορά έχει στραφεί σε λάθος κατεύθυνση και με «τεχνητές αναπνοές» (ανοικτά εμπορικά καταστήματα τις Κυριακές, αύξηση του αριθμού των εμποροϋπαλλήλων σε συνδυασμό με μείωση των μισθών τους) προσπαθεί να «ρίξει χρήμα» στην κατανάλωση, που οδηγεί όμως σε αύξηση των εισαγωγών, ενώ θα έπρεπε οι όποιες οικονομικές δυνατότητες να αξιοποιούνται προς την κατεύθυνση αύξησης των εξαγωγών. Το ζητούμενο δεν είναι «να ζωντανέψει η αγορά» πουλώντας περισσότερα εισαγόμενα ενδύματα, υποδήματα, τσάντες και άλλα παρόμοια, αλλά να ζωντανέψει η οικονομία δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας στον παραγωγικό μηχανισμό της χώρας, που θα παράγει προϊόντα προς εξαγωγή ή έστω προς υποκατάσταση των εισαγωγών με πολλαπλασιαστικές θετικές επενέργειες.
Δυστυχώς οι πρόσφατες διεθνείς εξελίξεις στις οποίες σύρεται απερίσκεπτα η Ελλάς έχουν ως συνέπεια τον περαιτέρω περιορισμό των προοπτικών των ελληνικών εξαγωγών και γίνεται σαφές, ότι η εξωτερική πολιτική της Ελλάδος αγνοεί τους στόχους της αναπτυξιακής πολιτικής που θα έπρεπε να διαθέτει η χώρα μας. Θεωρητικά, στα καθήκοντα των ελληνικών διπλωματικών αποστολών στο εξωτερικό περιλαμβάνεται και η εξυπηρέτηση, κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο, των οικονομικών και εμπορικών συμφερόντων της Ελλάδος. Στην πράξη, όταν αυτό συμβαίνει αποτελεί την εξαίρεση και όχι τον κανόνα. Αντίθετα μάλιστα, οι συνδικαλιστικοί μηχανισμοί του υπουργείου Εξωτερικών σε συνεργασία με κάποια μη συνδικαλιστικά «λαμπερά» μυαλά του συγκεκριμένου υπουργείου έχουν καταφέρει μέσα στην τελευταία δεκαετία να αδρανοποιήσουν πλήρως το εργαλείο της Οικονομικής Διπλωματίας βλέποντάς το σαν ανταγωνιστική απειλή. Τι έχεις Γιάννη, τι είχα πάντα…
Δεν είναι γνωστό αν ξυπνήσουν εγκαίρως στην Ευρ. Ένωση και με την όποια πρόφαση τα «λαμπερά» μυαλά των Βρυξελλών καταργήσουν τις αυτοκαταστροφικές εμπορικές κυρώσεις σε βάρος της Ρωσσίας, η οποία κλείνει συμφωνίες, τη μια μετά την άλλη, με ανταγωνιστές, όπως η Αίγυπτος, η Τουρκία, η Αργεντινή και άλλες χώρες, οι οποίες δημιουργούν μακροχρόνια ερείσματα στη ρωσσική αγορά σε βάρος των μέχρι πρόσφατα προμηθευτών της. Δυστυχώς, δεν είναι επίσης γνωστό αν το υπουργείο Εξωτερικών θα καταφέρει να πραγματοποιήσει την υπέρβαση και να λειτουργεί εξυπηρετώντας τους σκοπούς, τους οποίους επιθυμούν οι Έλληνες να εξυπηρετεί.
Γεώργιος Ε. Δουδούμης, Οικονομολόγος-Συγγραφέας
τ. Γενικός Σύμβουλος Οικονομικών & Εμπορικών Υποθέσεων Υπουργείου Εξωτερικών
[email protected]